Προβολή νέων
2020-5-5 Ανακοίνωση για το νομοσχέδιο ΥΠΑΙΘ
Από το Δ.Σ. του Συλλόγου Ε.Τ.Ε.Π.
Το Υπουργείο Παιδείας πρόσφατα κοινοποίησε σχέδιο νόμου για όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης και το κατέθεσε για σύντομη ηλεκτρονική «διαβούλευση» εν μέσω πανδημίας, κοινωνικής απομόνωσης, αποπροσανατολισμού και θεσμοθετημένων απαγορεύσεων συνδικαλιστικής ελευθερίας. Το συγκεκριμένο νομοσχέδιο δεν δίνει λύσεις στα ουσιαστικά και διαχρονικά προβλήματα της Παιδείας στη χώρα μας, ούτε διαχειρίζεται εκπαιδευτικά θέματα σχετικά με την πανδημία ή άλλα ζητήματα που επείγει η ρύθμισή τους. Επιπλέον δε, με τις προτεινόμενες διατάξεις υποβαθμίζεται περισσότερο η δωρεάν δημόσια εκπαίδευση, τη στιγμή που οι έκτακτες συνθήκες έχουν καταδείξει την ανάγκη υψηλού επιπέδου δημόσιων και δωρεάν υποδομών για Υγεία και Παιδεία.
Η επιλογή της συγκεκριμένης χρονικής στιγμής εντάσσεται στην πάγια πολιτική τακτική των Κυβερνήσεων για παράκαμψη του κοινωνικού διαλόγου και των αναμενόμενων αντιδράσεων κατά τη θεσμοθέτηση αντιλαϊκών μέτρων.
Α. ΤΡΙΤΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
Προπτυχιακά Προγράμματα Σπουδών και Θερινά Προγράμματα Σπουδών, με δίδακτρα
Διευρύνεται η δυνατότητα των Πανεπιστημίων να οργανώνουν ξενόγλωσσα Προγράμματα Προπτυχιακών Σπουδών, με δίδακτρα, ανά Τμήμα ή με συνεργασία Τμημάτων ή σε συνεργασία με Ιδρύματα του εξωτερικού, ελάχιστης υποχρεωτικής φοίτησης 3 ετών, για «αλλοδαπούς» πολίτες εντός ή εκτός Ε.Ε. αρκεί να έχουν παρακολουθήσει τις δύο τελευταίες τάξεις λυκείου εκτός Ελλάδας. Υπενθυμίζουμε ότι με νόμο της προηγούμενης Κυβέρνησης είχε θεσμοθετηθεί το δικαίωμα των ΑΕΙ για ίδρυση παρόμοιων Προπτυχιακών Προγραμμάτων σε συνεργασία με το Διεθνές Πανεπιστήμιο της Ελλάδας για φοιτητές εκτός Ε.Ε..
Επίσης, θεσμοθετείται η οργάνωση Θερινών Προγραμμάτων Σπουδών για φοιτητές ελληνικών ή αλλοδαπών ΑΕΙ, ελάχιστης διάρκειας 2 εβδομάδων, με δίδακτρα και με παροχή πιστωτικών μονάδων φοίτησης. Ξεκάθαρα και σταδιακά, με τις συγκεκριμένες διατάξεις ακαδημαϊκού τουρισμού ξεκινάει η επιβολή διδάκτρων και στις προπτυχιακές σπουδές των ελλήνων φοιτητών.
Η χρηματοδότηση των προαναφερθέντων Προγραμμάτων Σπουδών θα προέρχεται ενδεικτικά από δίδακτρα, χορηγίες, ιδίους πόρους του ΑΕΙ και επιχορήγηση του ΥΠΑΙΘ. Έργο θα παρέχουν ως πρόσθετη απασχόληση τα ήδη υπηρετούντα μέλη ΔΕΠ, ΕΕΠ, ΕΔΙΠ, ΕΤΕΠ, ΔΥ και άλλοι απασχολούμενοι. Με τις συγκεκριμένες διατάξεις διευρύνεται προκλητικά η επιχειρηματική λειτουργία και η εμπορευματοποίηση των ΑΕΙ, προωθείται η παραγωγή και πώληση πτυχίων και πιστοποιητικών, καθιστώντας ορατό τον κίνδυνο μετατόπισης του εκπαιδευτικού ενδιαφέροντος σε προσοδοφόρα Προγράμματα Προπτυχιακών Σπουδών, όπως ήδη έχει συμβεί με τις μεταπτυχιακές σπουδές. Η επικαλούμενη «εξωστρέφεια» προωθείται ως εξωστρεφής επαιτεία αντί της εξαγωγής εγχώριων επιτευγμάτων. Η ανεπάρκεια δομών και υποδομών των ΑΕΙ και η ευρεία υποστελέχωση για την εξυπηρέτηση των αναγκών φοίτησης των σημερινών φοιτητών αντιφάσκει με το έντονο ενδιαφέρον και την επικαλούμενη δυνατότητα αμειβόμενης υποστήριξης επιπλέον Προγραμμάτων Σπουδών.
Παράλληλα, τα κριτήρια φοιτητικών μετεγγραφών γίνονται πιο αυστηρά, χωρίς όμως αντίστοιχη αναβάθμιση της φοιτητικής μέριμνας για τη δυνατότητα παραμονής μακριά της οικογένειας. Μάλιστα, η εισαγωγή βαθμολογικών κριτηρίων προσδίδει έννοια επιβράβευσης ή τιμωρίας και όχι αναγνώρισης τυχόν ανυπέρβλητης ανάγκης.
Τελικά, η κρατική χρηματοδότηση σταδιακά καθιερώνεται ως πιθανή επιχορήγηση αντί της υποχρέωσης του κράτους για παροχή δωρεάν παιδείας. Με τα συγκεκριμένα προγράμματα Προπτυχιακών Σπουδών παρακάμπτονται και σιγά-σιγά απαξιώνονται οι προβλέψεις του άρθρου 16 του Ελληνικού Συντάγματος.
Εκλογές ανάδειξης Οργάνων Διοίκησης των ΑΕΙ και των ακαδημαϊκών μονάδων
Για την ανάδειξη των Πρυτανικών Αρχών, των Κοσμητόρων και των Προέδρων καθιερώνεται αποκλειστικά η ηλεκτρονική ψηφοφορία προς παράκαμψη τυχόν εκδηλώσεων διαμαρτυρίας. Είναι γνωστό ότι τέτοιες επιλογές ενέχουν κινδύνους ηλεκτρονικών «παρεμβολών», αλλά και εκμετάλλευσης τυχόν «χαλαρής» ή και «επιτηρούμενης» ψήφου. Η συγκεκριμένη διάταξη δεν συνάδει με την δημοκρατική ακαδημαϊκή παράδοση.
Επιπλέον, στην εκλογή Πρύτανη και Αντιπρυτάνεων με το συγκεκριμένο νομοσχέδιο περιγράφεται δικαίωμα συμμετοχής μόνο για τα μέλη ΔΕΠ, αφαιρώντας το αντίστοιχο δικαίωμα από τα μέλη όλων των άλλων ακαδημαϊκών Κλάδων (ΕΕΠ, ΕΔΙΠ, ΕΤΕΠ) και του Διοικητικού Προσωπικού. Επίσης, δεν προβλέπεται η συμμετοχή φοιτητών.
Κατ’ αρχήν, τα δικαιώματα «εκλέγειν» και «εκλέγεσθαι» είναι απόλυτα διακριτά μεταξύ τους στο σύνολο της κοινωνικής οργάνωσης και, προφανώς, η εξαίρεση από το δικαίωμα «εκλέγεσθαι» δεν τεκμηριώνει στέρηση του δικαιώματος «εκλέγειν».
Οι Πρυτανικές Αρχές έχουν επιτελικό ακαδημαϊκό και διοικητικό ρόλο, εκπροσωπούν το Ίδρυμα και διαχειρίζονται τα εν γένει θέματά του. Αυτοδίκαια, όλοι οι εργαζόμενοι έχουν δικαίωμα και λόγο για τον πανεπιστημιακό εκπρόσωπό τους καθώς και για τα ευρύτερα ζητήματα των ΑΕΙ.
Όλοι οι ακαδημαϊκοί Κλάδοι συμμετέχουν στο επιτελούμενο εκπαιδευτικό και ερευνητικό έργο. Η διακριτική αφαίρεση του δικαιώματος «εκλέγειν» των Ακαδημαϊκών Αρχών απαξιώνει τον ακαδημαϊκό ρόλο και τη συνεισφορά των συγκεκριμένων Κλάδων στην κοινή ακαδημαϊκή προσπάθεια.
Ταυτόχρονα, ο Πρύτανης και οι Αντιπρυτάνεις είναι οι επιτελικοί προϊστάμενοι του συνόλου των μελών όλων των Κλάδων στα ΑΕΙ και οι Διοικητικές Αποφάσεις των Πρυτανικών Αρχών επηρεάζουν άμεσα και εξίσου τα μέλη αυτά. Όλοι έχουν δικαίωμα ισότιμης συμμετοχής στην εκλογική ανάδειξη των Οργάνων Διοίκησης.
Αναμφίβολα, η συγκεκριμένη διάταξη είναι αντιδημοκρατική και αντιμετωπίζει χωρίς ισότητα και δικαιοσύνη τους εργαζόμενους στα Ακαδημαϊκά Ιδρύματα. Μάλιστα, η επίμονη πρόταση συγκεκριμένου συνδικαλιστικού οργάνου, για στέρηση του δικαιώματος «εκλέγειν» σε όλους τους άλλους πανεπιστημιακούς Κλάδους σχετικά με την εκλογή του συνόλου των Οργάνων Διοίκησης στα ΑΕΙ, εκφράζει συντεχνιακό ρατσισμό και προσπάθεια συντεχνιακής διαχείρισης των Ιδρυμάτων. Η λογική της διοίκησης των «υπολοίπων» από «ολίγους» και «χαρισματικούς» είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη, διότι σε επόμενη φάση η «άρια φυλή» μπορεί να περιλαμβάνει μόνο την ανώτατη βαθμίδα ΔΕΠ ή να προβλέπεται επιβολή εξωτερικής απόφασης «αρίστων». Η συγκεκριμένη λογική βρίσκεται στον αντίποδα της συνεισφοράς, της συλλογικής δημοκρατικής εκπροσώπησης και της θεμελίωσης του αυτοδιοίκητου των ΑΕΙ.
Τα Πανεπιστήμια οφείλουν να είναι λίκνα ακαδημαϊκότητας, να διδάσκουν, να υπηρετούν και να μαρτυρούν τη δημοκρατία, την δικαιοσύνη και την ισότητα.
Β. ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ & ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
Η δημόσια Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση μαστίζεται από στοιχειώδεις ελλείψεις. Προσπαθεί να καλύψει τα σοβαρά κενά δασκάλων και καθηγητών μέχρι τα μέσα κάθε σχολικού έτους και επαιτεί τα στοιχειώδη αναλώσιμα για την καθημερινή εκπαιδευτική λειτουργία, αντί άρτια επιμορφωμένοι δάσκαλοι και καθηγητές να παιδαγωγούν και να εκπαιδεύουν αποτελεσματικά με σύγχρονα μέσα και μεθόδους το αυριανό έμψυχο δυναμικό της χώρας.
Αντίθετα, το ΥΠΑΙΘ με το συγκεκριμένο νομοσχέδιο προτείνει τη στοίβαξη 26 νηπίων και μαθητών δημοτικού σε κάθε τάξη, ενώ αυτό αντενδείκνυται για υγειονομικούς και εκπαιδευτικούς λόγους, καθώς και την συγχώνευση για συνδιδασκαλία διαφορετικών πεδίων κατεύθυνσης στην Γ΄ Λυκείου, με στόχο τον περιορισμό του αναγκαίου αριθμού δασκάλων και καθηγητών. Ως «σημαντικό», ορίζει τα Λατινικά αντί της Κοινωνιολογίας στα πανελλαδικά εξεταζόμενα μαθήματα. Επιπλέον, εισάγει την παρουσία του «εκπαιδευτικού εμπιστοσύνης» βαφτίζοντας έναν εκπαιδευτικό ως «ειδικό» για τη διαχείριση προβληματικών συμπεριφορών αντί του διορισμού ειδικευμένων επιστημόνων, ενώ παράλληλα επαναφέρει την αναχρονιστική αναφορά της διαγωγής στα απολυτήρια αντί της πρόβλεψης μέτρων στήριξης της παιδαγωγικής διαδικασίας. Επαναφέρει τη χρήση «τράπεζας θεμάτων» στις εξετάσεις, χωρίς όμως να γίνεται καμία πρόβλεψη για την προαπαιτούμενη αναβάθμιση της εκπαιδευτικής διαδικασίας, τη στιγμή που η χρήση της «τράπεζας θεμάτων» κατά το παρελθόν είχε χαρακτηρίσει ως μετεξεταστέους μεγάλο πλήθος των μαθητών.
Στην τυπική επαγγελματική εκπαίδευση, αφαιρείται το δικαίωμα εγγραφής μαθητών άνω των 17 ετών στα ημερήσια ΕΠΑΛ, αναγκάζοντάς τους να καταφύγουν στα ιδιωτικά ΙΕΚ ή στερώντας τους τη δυνατότητα μιας δεύτερης ευκαιρίας.
Μάλιστα, το μέγιστο πλήθος των διατάξεων του νομοσχεδίου αναλώνεται στην επανίδρυση των Πρότυπων και των Πειραματικών Σχολείων. Αντί το ΥΠΑΙΘ να έχει ως πρωταρχικό μέλημα την παροχή ποιοτικής δημόσιας εκπαίδευσης σε όλους τους μαθητές, προτάσσει την «αριστεία» μεμονωμένων σχολείων με διορισμό εκπαιδευτικών υψηλών ακαδημαϊκών προσόντων, παροχή επιπλέον μέσων και εργαλείων και επιχορήγησή τους από δημόσια κονδύλια και ιδιωτικές χορηγίες. Περιγράφει την αξιολόγηση αυτών ανάλογα με τη συμμετοχή τους σε ερευνητικά προγράμματα και τη συνεργασία με φορείς και «Κοινωφελή Ιδρύματα», υποβαθμίζοντας όλα τα εκπαιδευτικά κριτήρια για την αποτίμηση της εκπαιδευτικής διαδικασίας και της σχολικής μονάδας.
Με το σύνολο των συγκεκριμένων διατάξεων απαξιώνεται και υποσκάπτεται περισσότερο η δημόσια Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, ορθώνονται εμπόδια πρόσβασης, δημιουργούνται σχολεία πολλών ταχυτήτων και εισάγεται η επιχειρηματική λειτουργία και η σύνδεση με την ιδιωτική πρωτοβουλία και στις συγκεκριμένες Βαθμίδες Εκπαίδευσης.
Συμπερασματικά, το συγκεκριμένο νομοσχέδιο, εν μέσω πανδημικής και κοινωνικής κρίσης, επιχειρεί να υποβαθμίσει επιπλέον όλες τις βαθμίδες της Δημόσιας Εκπαίδευσης. Διευρύνει την εμπορευματοποίησή της και υποβαθμίζει σταδιακά την υποχρέωση της Πολιτείας για παροχή των αναγκαίων πόρων. Έρχεται ως συνέχεια προηγούμενων αντίστοιχων διατάξεων, όπως η καθιέρωση διδάκτρων στα ΠΜΣ και η εξίσωση των πτυχίων ΑΕΙ και κολεγίων, ενώ αποτελεί προάγγελο σαρωτικών αλλαγών με αποκλειστικό στόχο την πλήρη κατάργηση του δωρεάν χαρακτήρα της δημόσιας εκπαίδευσης και την θέσπιση ιδιωτικών Πανεπιστημίων. Συνεπώς, το συγκεκριμένο νομοσχέδιο δεν υπηρετεί τις ανάγκες μαθητών, φοιτητών και της κοινωνίας, αλλά προκρίνει τα συμφέροντα της «αγοράς», της ανταποδοτικότητας και του κέρδους.
Είναι προφανές ότι, για την ανεμπόδιστη και αποτελεσματική εφαρμογή σχεδιασμών και διατάξεων που παραβλέπουν τη λαϊκή ανάγκη για μόρφωση και παραβιάζουν το δικαίωμα για δημόσια δωρεάν παιδεία, επιστρατεύονται αυταρχικές και διασπαστικές μεθοδεύσεις όπως ο περιορισμός των δημοκρατικών δικαιωμάτων της πανεπιστημιακής κοινότητας και η επιλεκτική παροχή χαριστικών φέουδων.
ΔΙΕΚΔΙΚΟΥΜΕ:
- Να αποσυρθεί άμεσα το συγκεκριμένο αντιδημοκρατικό και αντιεκπαιδευτικό νομοσχέδιο.
- Να ξεκινήσει εποικοδομητικός διάλογος με ολόκληρη την εκπαιδευτική κοινότητα για τα ουσιαστικά και πραγματικά προβλήματα της εκπαίδευσης.
- Ισότιμη συμμετοχή των εργαζομένων όλων των Κλάδων στις εκλογές Οργάνων Διοίκησης των ΑΕΙ και τη λειτουργία των Συλλογικών Οργάνων.
ΚΑΙ
- Επαρκή δημόσια χρηματοδότηση για την κάλυψη των μεγάλων αναγκών στην Παιδεία.
Δημόσια και Δωρεάν Εκπαίδευση, χωρίς δίδακτρα και φραγμούς. - Στελέχωση με μόνιμο προσωπικό για την πλήρωση όλων των πάγιων και διαρκών αναγκών.
Διορισμοί μελών ΕΤΕΠ προς κάλυψη των σοβαρών ελλείψεων εργαστηριακού προσωπικού. - Έγκαιρη διανομή των φοιτητικών συγγραμμάτων στην έναρξη κάθε ακαδημαϊκού εξαμήνου.
- Διάθεση των απαραίτητων μέσων για την εξ αποστάσεως έκτακτη εκπαίδευση.
- Λήψη των προβλεπόμενων μέτρων και παροχή των μέσων προστασίας έναντι της πανδημίας.